- γοβιοί
- (gobius).Γένος ψαριών της οικογένειας των γοβιιδών, που περιλαμβάνει πάνω από 200 είδη, τα οποία υπάρχουν άφθονα στις ακτές και στους ποταμούς της Μεσογείου και κυρίως στις τροπικές περιοχές. Δεν πρέπει ωστόσο να γίνεται σύγχυση του γένους γ. (gobius) με το γένος κωβιός (gobio), που περιλαμβάνει ψάρια αποκλειστικά των γλυκών νερών της οικογένειας των κυπρινιδών. Οι γ. έχουν σώμα παχύ, κυλινδρικό και μακρουλό έως 30 εκ., με λέπια που πέφτουν εύκολα, μεγάλο κεφάλι, χοντρά χείλη και πολλά μικρά δόντια. Έχουν δύο ραχιαία πτερύγια από τα οποία μόνο το πρώτο είναι αγκαθωτό, και ένα στρογγυλό ουραίο. Τα κοιλιακά πτερύγιά τους ενώνονται κάτω από τον θώρακα και σχηματίζουν ένα είδος βεντούζας, που τους βοηθάει να κολλούν στους βράχους ή να στηρίζονται στον βυθό για να ξεκουραστούν. Ορισμένα είδη ζουν συνεχώς μέσα στο νερό και άλλα μπορούν να βρίσκονται για αρκετή ώρα έξω από αυτό, οπότε στηρίζονται στους βράχους ή σέρνονται στην άμμο χρησιμοποιώντας ως μέσο αναπνοής το οξυγόνο των βρόγχων. Τα αρσενικά φτιάχνουν φωλιές από χόρτα ή καθαρίζουν άδεια κοχύλια και παρασύρουν εκεί τα θηλυκά για να γεννήσουν. Το μεγαλύτερο από τα είδη είναι ο γ. ο μεγαλοκέφαλος,με μήκος έως 30 εκ. και καστανοκόκκινο χρώμα και ο γ. ο χρυσόχρους έως 10 εκ., χρυσοκίτρινος, με μαύρα στίγματα. Ο γ. ο μέλας είναι ο πιο συνηθισμένος στη Μεσόγειο (πετρογοβιός), έχει μήκος έως 15 εκ., σκούρο καστανό χρώμα και νόστιμο κρέας. Άλλα είδη είναι ο γ. ο κοινός,με μήκος έως 17 εκ., καστανό χρώμα και μαύρες γραμμές στα μάγουλα, ο γ. ο δίχρους, μικρότερος από τον προηγούμενο, συνηθισμένος στα παράλια του Ατλαντικού ωκεανού, στη Μεσόγειο και στο Μεσολόγγι. Από τους ποταμίσιους γνωστότεροι είναι ο γ. ο μαρτένσειος,που αφθονεί στον ποταμό Λούρο και στη λίμνη Τριχωνίδα και ο γ. ο θεσσαλικός,που ζει στη Θεσσαλία.
Ο γοβιός είναι ψάρι της οικογένειας των γοβιιδών.
Dictionary of Greek. 2013.